Η Παγκόσμια Ημέρα κατά της Ασθένειας του Πάρκινσον καθιερώθηκε το 1997 με πρωτοβουλία της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την Ασθένεια Πάρκινσον (EPDA) και την υποστήριξη του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας.
Η Παγκόσμια Ημέρα κατά της Ασθένειας του Πάρκινσιν είναι : 11 Απριλίου
Γράφει η Αναστασία Καφετζή Κλινική Κινησιοθεραπεύτρια -Φυσικοθεραπεύτρια Β.IASTM - Δημοσιογράφος
Τι είναι η νόσος Πάρκινσον;
Η νόσος Πάρκινσον είναι μια εξελισσόμενη ασθένεια, κατά την οποία η απώλεια νευρικών κυττάρων σε μια συγκεκριμένη περιοχή του εγκεφάλου οδηγεί σε προβλήματα στον έλεγχο της κίνησης και πλήττει την ικανότητα του ασθενή να αντεπεξέλθει σε βασικές λειτουργίες της καθημερινής ζωής.
Η νόσος του Πάρκινσον (Parkinson disease – PD) είναι μια από τις πιο συνηθισμένες νευρολογικές διαταραχές, επηρεάζοντας περίπου 1% των ατόμων άνω των 60 ετών, προκαλώντας σταδιακή ανικανότητα, η οποία μέσω της θεραπευτικής αντιμετώπισης μπορεί να επιβραδυνθεί, δεν μπορεί όμως να ιαθεί.
Τα δύο κυριότερα νευροπαθολογικά ευρήματα στη νόσο του Πάρκινσον είναι η απώλεια των μελαγχρωματικών ντοπαμινεργικών νευρώνων της συμπαγούς μέλαινας, ουσίας (pars nigra compacta) και η παρουσία των σωματίων Lewy και παρουσία των νευρίτων Lewy .
ΟΡΙΣΜΟΣ
H νόσος του Parkinson (PD) είναι μια προοδευτική νευροεκφυλιστική ασθένεια που προκαλείται από την απώλεια νευρώνων στον πρόσθιο μέσο εγκέφαλο (Lai & Siegel, 2003).
Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Ένωση Νόσου Πάρκινσον (European
Parkinson’s Disease Association- EPDA), η νόσος του Πάρκινσον είναι μια νευροεκφυλιστική κατάσταση – μια ασθένεια που επηρεάζει τα νευρικά κύτταρα του εγκεφάλου, τα οποία είναι υπεύθυνα για τον έλεγχο της κίνησης.
Η νόσος του Πάρκινσον αποτελεί μια προοδευτικά εξελισσόμενη ασθένεια, κατά την οποία τα συμπτώματα εμφανίζονται σταδιακά και τείνουν να επιδεινώνονται.
Η νόσος πήρε το όνομά της από τον James Parkinson, τον ιατρό του Λονδίνου, που αναφέρθηκε για πρώτη φορά στα συμπτώματα το 1817 (European Parkinson’s Disease Association, 2016).
Η νόσος Πάρκινσον περιλαμβάνει τη δυσλειτουργία και το θάνατο ζωτικών νευρικών κυττάρων στον εγκέφαλο, που ονομάζονται νευρώνες και προσβάλλει κυρίως τους νευρώνες μιας περιοχής του εγκεφάλου που ονομάζεται μέλαινα ουσία. Μερικοί από τους νευρώνες αυτούς παράγουν την ντοπαμίνη, την χημική δηλαδή ουσία που στέλνει μηνύματα στο τμήμα αυτό του εγκεφάλου που ελέγχει την κίνηση και τον συντονισμό.
Τα συμπτώματα διαφέρουν από άτομο σε άτομο, καθώς κάθε άνθρωπο είναι μοναδικός. Κοινά όμως χαρακτηριστικά όλων είναι ο τρόμος σε ηρεμία, η μυϊκή δυσκαμψία και η βραδυκινησία.
Όλα αυτά σχετίζονται με την κίνηση και ονομάζονται κινητικά συμπτώματα της νόσου.
Πολλοί άνθρωποι όμως, με νόσο του Πάρκινσον βιώνουν επίσης προβλήματα που δεν σχετίζονται μόνο με την κίνηση, όπως ο πόνος, το άγχος και η κατάθλιψη και τα οποία ονομάζονται μη κινητικά συμπτώματα.
Ο Παρκινσονισμός είναι ένας ευρύς όρος που αναφέρεται σε όλες τις
κλινικές καταστάσεις που χαρακτηρίζονται από τρόμο, επιβράδυνση της
κίνησης (βραδυκινησία), δυσκαμψία, και αστάθεια.
Η νόσος του Parkinson (PD) είναι η κύρια και πιο κοινή μορφή του παρκινσονισμού και είναι η δεύτερη πιο κοινή νευροεκφυλιστική διαταραχή μετά τη νόσο του Alzheimer (AD).
Προσβάλλει περισσότερο από το 1% των των ατόμων άνω των 55 ετών και πάνω από 3% των ατόμων άνω των 75 ετών (Pankratz & Foroud, 2007).
ΚΛΙΝΙΚΗ ΕΙΚΟΝΑ
Τα κλασσικά τρία χαρακτηριστικά της νόσου Πάρκινσον είναι ο τρόμος, η βραδυκινησία και η ακαμψία και τυπικά, αρχίζουν αθόρυβα.
ΚΙΝΗΤΙΚΑ ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΑ
Στα κοινά πρώιμα κινητικά σημάδια της νόσου Πάρκινσον περιλαμβάνεται ο τρόμος, η βραδυκινησία,η δυσκαμψία και η δυστονία.
Τρόμος
Ο τρόμος είναι το πιο κοινό πρώιμο σύμπτωμα της νόσου Πάρκινσον, το οποίο εμφανίζεται στο 70% περίπου των ασθενών.
Ο τρόμος πιο συχνά περιγράφεται από τους ασθενείς ως τρέμουλο ή νευρικότητα και συνήθως εμφανίζεται στο ένα άνω άκρο και μπορεί αρχικά να είναι διαλείπον.
Ο τρόμος άνω άκρου ξεκινάει συνήθως στα δάχτυλα ή τον αντίχειρα, όπως επίσης να ξεκινήσει στην ωλένη ή τον καρπό. Μετά από αρκετούς μήνες ή χρόνια, ο τρόμος μπορεί να εξαπλωθεί στο ομόπλευρο κάτω άκρο ή αντίπλευρο άνω άκρο πριν γενικευτεί περισσότερο.
Ωστόσο, διατηρείται συνήθως η ασυμμετρία (Hauser et al, 2016).
Ο τρόμος μπορεί να ποικίλλει σημαντικά, και να αναδύεται μόνο μεσω του στρες, του άγχους ή της κόπωσης. Όμως, ο τρόμος της νόσου Πάρκινσον είναι τρόμος ηρεμίας (που προκύπτει με το άκρο σε θέση ηρεμίας)
Βραδυκινησία
Τα συμπτώματα της βραδυκινησίας είναι ποικίλλα και μπορούν να περιγραφούν από τους ασθενείς με διαφορετικούς τρόπους. Αυτά μπορεί να περιλαμβάνουν μια υποκειμενική αίσθηση αδυναμίας, χωρίς πραγματική αδυναμία σε φυσική εξέταση καθώς και από απώλεια επιδεξιότητας, που σε ορισμένες περιπτώσεις περιγράφεται από τους ασθενείς ως το “μήνυμα να αδυνατεί να φτάσει στο άκρο”. Επιπλέον αναφέρεται η κόπωση και το γενικευμένο άλγος κατά την εκτέλεση επαναλαμβανώμενων ενεργειών (Walton-Hadlock, 2007).
Η ομιλία μπορεί να γίνει πιο ήπια, λιγότερο σαφής ή περισσότερο μονότονη. Σε πιο προχωρημένες περιπτώσεις, η ομιλία είναι αλλοιωμένη, με ανεπαρκή άρθρωση, και δύσκολα κατανοητή.
Η βραδυκινησία κορμού έχει ως αποτελέσματα βραδύτητα ή δυσκολία στην ανασήκωση από καθιστή θέση, στην περιστροφή ή στο περπάτημα. Στη βάδιση, ο ασθενής πραγματοποιεί μικρότερα βήματα .
Το Παρκινσονικό βάδισμα χαρακτηρίζεται από μικρά συρτά βήματα, χωρίς να αιωρεί τα άνω άκρα και με κάμψη του κορμού προς τα μπρος (‘‘σαν να κυνηγάει το κέντρο βάρους του σώματός του’’).
ΜΗ ΚΙΝΗΤΙΚΑ ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΑ
Αν και κλασικά ορίζεται ως μια διαταραχή της κίνησης, οι ασθενείς βιώνουν εξίσου μια σειρά από μη κινητικά συμπτώματα, γεγονός που αντανακλά την παθολογία που είναι πιο διαδεδομένη από ό, τι πιστευόταν αρχικά αφού επηρεάζει το περιφερειακό και το αυτόνομο νευρικό σύστημα, καθώς και το εγκεφαλικό στέλεχος και τον εγκεφαλικό φλοιό.
Τα μη κινητικά συμπτώματα κατηγοριοποιούνται σε διαταραχές του αυτόνομου νευρικού συστήματος, διαταραχές ύπνου, γνωστικές και ψυχιατρικές διαταραχές και αισθητικά συμπτώματα (Sveinbjornsdottir, 2016).
Διαταραχές του αυτόνομου νευρικού συστήματος
Όλες οι περιοχές της αυτόνομης λειτουργίας μπορεί να επηρεαστούν και αυτό έχει αναφερθεί πως επηρεάζει την καθημερινή ζωή των ασθενών σε ποσοστό πάνω απο το 50%.
Η δυσλειτουργία του αυτόνομου συστήματος θεωρείται πως προκύπτει λόγω της συμμετοχής τόσο του κεντρικού όσο και του περιφερειακού μεταγαγγλιακού αυτόνομου νευρικού συστήματος (Sveinbjornsdottir, 2016).
Τα γαστρεντερικά συμπτώματα είναι επίσης κοινά. Υπάρχει επιβράδυνση της κινητικότητας του γαστρεντερικού σωλήνα με συμπτώματα όπως η μεταγευματική πληρότητα και η γαστρική κατακράτηση, αλλά η δυσκοιλιότητα βραδείας διέλευσης είναι μακράν το πιο κοινό σύμπτωμα, που εμφανίζεται σε 70-80% των περιπτώσεων.
Οι διαταραχές ελέγχου του ουρουποιητικού συστήματος περιλαμβάνουν συχνουρία, επιτακτικότητα και ακράτεια. Συχνή νυκτουρία αναφέρεται από το 60% των ασθενών και προκαλείται από υπερδραστηριότητα του εξωστήρα ενώ η στυτική δυσλειτουργία είναι συχνή στους άνδρες.
Διαταραχές ύπνου
Η νευροπαθολογία της νόσου Πάρκινσον φαίνεται ότι επηρεάζει ανατομικές δομές και κεντρικούς νευροδιαβιβαστές που εμπλέκονται στη ρύθμιση του φυσιολογικού κύκλου του ύπνου. Ευρήματα πολύυπνογραφιών έχουν δείξει αλλαγές στην αρχιτεκτονική των κυμάτων του ύπνου σε σύγκριση με ελέγχους φυσιολογικών περιπτώσεων , αλλά η ιατρική θεραπεία για τα διαφορετικά συμπτώματα που σχετίζονται με την νόσο μπορούν επίσης να διαταράξουν την ώρα του νυχτερινού ύπνου.
Ο διακεκωμένος ύπνος είναι πιο συχνό φαινόμενο. Μελέτες ύπνου έχουν δείξει ότι οι ασθενείς έχουν πιο αβαθή ύπνο και τάση να ξυπνούν κατά τη διάρκεια της νύχτας . Άλλα συμπτώματα της νόσου, όπως η δυσκολία περιστροφής στο κρεβάτι, η συχνή νυκτουρία, ο νυχτερινός τρόμος και η κατάθλιψη μπορεί επίσης να οδηγήσουν σε διακεκομένο ύπνο (Svenningsson et al, 2012).
Οπτικές και ψυχιατρικές διαταραχές
Οι οπτικές ψευδαισθήσεις και παραισθήσεις είναι κοινά συμπτώματα στη νόσο Πάρκινσον και αναφέρονται πως τις βιώνουν το ένα τρίτο απο το 40% των ασθενών (Onofrj et al. 2007). Αν και σχεδόν όλες οι αντιΠαρκινσονικές φαρμακευτικές αγωγές έχουν αναφερθεί ότι προκαλούν ψευδαισθήσεις και ψυχωτικά επεισόδια, οι οπτικές ψευδαισθήσεις έχουν επίσης αναφερθεί πως συμβαίνουν πριν από τη θεραπεία με φαρμακευτικά σκευάσματα.
Νευροπαθολογοανατομικές μεταβολές στην αμυγδαλή και τον ιππόκαμπο που προκαλούνται από τη διαδικασία της νόσου φαίνεται να εμπλέκονται στην αιτιολογία .
Μια μελέτη που αναφέρεται από τους Papapetropoulos & Heather Katzen 2008 έδειξε ότι η οπτική συνιστώσα έλειπε στο 10% των περιπτώσεων.
Η κατάθλιψη και το άγχος είναι κοινά συμπτώματα στη νόσο. Μια ανάλυση των Reijnders et al. (2008),ανέφερε ότι το ένα τρίτο των ασθενών έχουν κλινικά σημαντική κατάθλιψη, ενώ μια μείζονα καταθλιπτική διαταραχή ήταν παρούσα στο 17% των περιπτώσεων.
Στατιστικά στοιχεία
Περισσότεροι από ένα εκατομμύριο άνθρωποι έχουν διαγνωστεί με τη νόσο του Πάρκινσον στην Ευρώπη. Αυτός ο αριθμός αναμένεται να διπλασιαστεί μέχρι το 2030.
Είναι η δεύτερη πιο συχνά εμφανιζόμενη νευροεκφυλιστική νόσος (μετά από τη νόσο του Αλτσχάιμερ) και ο επιπολασμός της θα συνεχίσει να αυξάνεται καθώς αυξάνεται και το ποσοστό των ηλικιωμένων στον συνολικό πληθυσμό.
Η οικονομική επίπτωση της νόσου είναι τεράστια – το ετήσιο ευρωπαϊκό κόστος υπολογίζεται σε 12,8 δισ. ευρώ.
Ωστόσο, η νόσος του Πάρκινσον είναι απλά μία από τις πολλές νευροεκφυλιστικές διαταραχές, οι οποίες θα ξεπεράσουν τον καρκίνο σε συχνότητα εμφάνισης μέχρι το 2040 (ΠΟΥ 2004).
Η συνεχιζόμενη έρευνα έχει οδηγήσει σε σημαντική αποτελέσματα στον τομέα της αντιμετώπισης της νόσου, αλλά χρειάζεται να γίνουν ακόμα περισσότερα ώστε να μπορούμε να λέμε ότι υπάρχουν μέθοδοι που καθυστερούν αποτελεσματικά ή ακόμα και σταματούν ή εν τέλει αντιστρέφουν την πορεία της ασθένειας.
ΦΥΣΙΚΟΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΗ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ
Πριν από την αρχική αξιολόγηση του Φυσικοθεραπευτή – Κινησιοθεραπευτή , πρέπει να έχει μελετηθεί το ιστορικό και οι σχετικές ιατρικές παρατηρήσεις που ήδη έχουν γίνει.
Επομένως, στόχος της αξιολόγησης, είναι να προσδιορίσει τη φύση του προβλήματος. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να εντοπίσει τι μπορεί να κάνει ο ασθενής και ποια είναι τα ελλείμματά του, όχι μόνο από την άποψη της δυσλειτουργίας του ασθενούς, αλλά και μέσα στο γενικότερο (οικογενειακό και κοινωνικό πλαίσιο)
Γενική κατάσταση του ασθενή
Ορισμένα από πρώτα σημεία που θα πρέπει να σημειώνουμε είναι:
Αν είναι περιπατητικός,
Αν χρησιμοποιεί αναπηρική καρέκλα,
Αν είναι κατάκοιτος
Στα πλαίσια της γενικής εκτίμησης της κατάστασης του ασθενή, πρέπει να εξετασθεί η γενική του παρουσία, όπως τη σωματική του διάπλαση και την ύπαρξη μυϊκών ατροφιών.
Επίσης σημαντικά στοιχεία όπως, η πνευματική στάση του ασθενήαπέναντι στο πρόβλημά του και η κοινωνικότητά του, μπορεί να είναι στοιχεία που θα συμπληρώσουν τη γενική εκτίμηση της κατάστασής του.
Αισθητηριακοί μηχανισμοί
Σ’ αυτό το σημείο γίνεται εκτίμηση:
Της ακουστικής ικανότητας
Των ματιών και της όρασης( κατάσταση της όρασης, κινήσεις ματιών,
οπτικά πεδία)
Της εξωδεκτικής αισθητικότητας( αισθητικότητα του δέρματος,
δονήσεις)
Της εν τω βάθει αισθητικότητας(στερεογνωσία, κιναισθησία)
Της αντίληψης του σώματος
Κινητικότητα της άρθρωσης και των μυών
- Κατά την παθητική εξέταση των κινήσεων, θα πρέπει να ελέγχουμε την μυϊκη ελαστικότητα και το εύρος κάθε άρθρωσης ξεχωριστά.
- Κατά την αξιολόγηση της κινητικότητας, θα πρέπει να βεβαιωνόμαστε, για την αιτία περιορισμού της κίνησης και να σημειώνουμε την όποια δυσμορφία ή κακή στάση.
Μυϊκός τόνος
Ο μυϊκός τόνος αξιολογείται σε διάφορες θέσεις. Χρησιμοποιούμε την ψηλάφηση και τις παθητικές κινήσεις για να ανιχνεύσουμε την ποιότητα του μυϊκού τόνου. Η εκτέλεση των παθητικών κινήσεων γίνεται αργά και γρήγορα, ώστε να σημειώνουμε αν υπάρχει διαφορά στην απάντηση των μυών.
Ο μυϊκός τόνος εκτιμάται, κατά τη διάρκεια εκτέλεσης κινητικών δράσεων, αδρή κίνηση- δεξιότητες-στάση και εντοπίζονται διαφοροποιήσεις από την ηρεμία.
Αντανακλαστικά
Ο έλεγχος των αντανακλαστικών είναι μια κοινή μέθοδος εκτίμησης της κατάστασης του μυϊκού τόνου και αυτής των διαφόρων νευρικών οδών. Καλό είναι να γίνεται με όσο το δυνατόν πιο επιδέξιο τρόπο και με σεβασμό στη φυσική κατάσταση του ασθενή.
Στην αξιολόγηση της αντανακλαστικής δραστηριότητας λαμβάνονται
υπόψη στοιχεία όπως:
Η παραμονή ή η απουσία των αντανακλαστικών
Η ποιότητα και η επιμονή στην εμφάνισή τους, δηλαδή αν
παρουσιάζοντας αυξημένα ή μειωμένα.
Αντιδράσεις προσανατολισμού
Συνήθως συγκρίνονται με την αντιληπτική ικανότητα του ασθενή και έχουν στενή σχέση με την εικόνα που ο ασθενής έχει διαμορφώσει για το σώμα του.
Χρησιμοποιούνται σχήματα, που θα ενεργοποιήσουν τις λαβυρίνθειες και αυχενικές αντιδράσεις προσανατολισμού σε επιλεγμένες θέσεις(ύπτια, πλάγια, πρηνή, όρθια).
Ισορροπία- προστατευτικές αντιδράσεις
Η καλή ισορροπία απαιτεί ένα ολοκληρωμένο νευρικό σύστημα με επαρκή αισθητικότητα, κινητικότητα αρθρώσεων, υγιείς μύες και φυσιολογικό μυϊκό τόνο. Όλοι οι παραπάνω επιμέρους παράγοντες, συμβάλλουν καθοριστικά στην επίτευξή της.
Η ικανότητα ισορροπίας εκτιμάται σε διάφορες στάσεις και κατά τη διάρκεια της κίνησης. Επειδή η εκτίμηση αυτή απαιτεί τεράστια ανάλυση, έχοντας επιλέξει μια θέση εκκίνησης μπορούμε να προβληματιστούμε σε ερωτήματα όπως:
Πόση βοήθεια χρειάζεται για τη διατήρηση μιας θέσης
Αν κατά τη μεταβολή των ισορροπιστικών συνθηκών από το θεραπευτή( π.χ σπρώξιμο, τράβηγμα, αλλαγή στη βάση στήριξης), ο ασθενή διατηρεί την ισορροπία του
Αν μπορεί και κατά πόσο να επαναλάβει τις ίδιες διαδικασίες με τα
μάτια κλειστά
Πως διατηρεί την ισορροπία του σε καθημερινές δραστηριότητες
(ντύσιμο, ατομική καθαριότητα).
Οι διάφορες αντιδράσεις που καταγράφουμε εξαρτώνται από την υπό εξέταση κατάσταση.
Μηχανισμοί κίνησης
Η κινητική λειτουργία σχετίζεται με την αλληλοδιαδοχή θέσεων και στάσεων και την ικανότητα του νευρικού συστήματος να προσαρμόζεται με σκοπό την φυσιολογική έκφραση των κινητικών δεξιοτήτων.
- Θέση
Η αξιολόγηση των θέσεων που παίρνει ο ασθενής, γίνεται σύμφωνα με τα φυσιολογικά πρότυπα. Σε αυτό το στάδιο ελέγχεται η συμμετρία ή ασυμμετρία του σώματος και λαμβάνονται υπόψη στοιχεία.
- Αλλαγή θέσεων
Η αξιολόγηση των προτύπων κίνησης του ασθενή, θα δώσει μια πρώτη εικόνα της κινητικής συμπεριφοράς του. Ο θεραπευτής βασιζόμενος στα φυσιολογικά πρότυπα κίνησης μπορεί να ελέγξει τη δυνατότητα του ασθενή να αλλάζει θέσεις.
Χαρακτηριστικό των νευρολογικών ασθενών, είναι η στερεοτυπία των προτύπων κίνησης. Η έλλειψη της ποικιλίας των κινητικών προτύπων θα ελεγχθεί κατά την αξιολόγηση μαζί και με άλλα στοιχεία όπως η ανάπτυξη των δευτερογενών προβλημάτων, λόγω της λανθασμένης δραστηριοποίησης του ασθενή.
- Πρότυπα φόρτισης
Στην αξιολόγηση των προτύπων φόρτισης, ελέγχουμε την ικανότητα του ασθενή για μετατόπιση, μεταφορά και διατήρηση του βάρους του.
Η μετατόπιση βάρους, αποτελεί βασική προϋπόθεση για την μετακίνηση. Θα πρέπει να αξιολογηθεί η πορεία της μετατόπισης (διεύθυνση και φορά) και αλληλοδιαδοχή των σημείων φόρτισης (χρονισμός και ταχύτητα).
- Αξιολόγηση του κινητικού ελέγχου
Η αξιολόγηση των λειτουργιών του κινητικού ελέγχου αποτελεί το τελευταίο επίπεδο της αξιολόγησης της κινητικής λειτουργίας. Μέσα από αυτή την εκτίμηση, απεικονίζεται και η σχέση του ασθενή με το σώμα του (γνώση σώματος- προσανατολισμός), δηλαδή η σχέση που έχει με το περιβάλλον του.
Η εκτέλεση μιας κινητικής δεξιότητας είναι στενά συνδεδεμένη με τις λειτουργίες της στάσης και της κίνησης.
Αξιολογείται επίσης, η διατήρησης της δυναμικής δραστηριοποίησης καθ’ όλη τη διάρκεια του κινητικού έργου, καθώς και στοιχεία της κίνησηςόπως η μυϊκή συνέργεια, η ταχύτητα, ο ρυθμός, ο χρονισμός.
- Αναπνευστική λειτουργία
Η αναπνευστική χωρητικότητα δεν εξαρτάται μόνο από τον χώρο των πνευμόνων και τη θωρακική κινητικότητα, αλλά και από τη μυϊκή ισχύ και τον συντονισμό των αναπνευστικών μυών τόσο της εκπνοής όσο και της εισπνοής.
Οι μετρήσεις της ζωτικής χωρητικότητας με το σπιρόμετρο, μπορούν να παρασταθούν γραφικώς και να δώσουν μια εικόνα της κατάστασης των μυών και της κινητικότητας του θώρακα. Συνεχείς μετρήσεις κατά διαστήματα μας δίνουν τη δυνατότητα να ελέγχουμε αν υπάρχει βελτίωση ή όχι.
- Καρδιαγγειακή λειτουργία
Στο κυκλοφορικό σύστημα, ελέγχεται ο σφυγμός, το χρώμα και η ύπαρξη οιδήματος στα κάτω άκρα.
ΦΥΣΙΚΟΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ
Η συμβολή της Φυσικοθεραπείας στη νόσο του Πάρκινσον είναι μεγάλη. Η φυσικοθεραπεία δεν θα αντιστρέψει τις οργανικές αλλοιώσεις που έχουν γίνει στο ΚΝΣ σαν αποτέλεσμα της νόσου. Θα βοηθήσει όμως, ελαττώνοντας το μέγεθος της συμπτωματολογίας του . Σε όσους ασθενείς η διάγνωση έχει γίνει στο πρώιμο στάδιο η φυσικοθεραπεία πρέπει να αρχίζει όσο το δυνατό νωρίτερα, ακόμη και πριν από την έναρξη της φαρμακευτικής αγωγής.